Τα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα κάνουν τους ανθρώπους να τρώνε περισσότερο και να παίρνουν βάρος, σύμφωνα με την πρώτη έρευνα που πραγματοποιήθηκε για να εκτιμήσει τον αντίκτυπό τους στην υγεία μας.

Οι ερευνητές κατέγραψαν κάθε τι που έτρωγαν οι εθελοντές που συμμετείχαν στην έρευνα για έναν μήνα. Όταν τους δινόταν εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα, έτρωγαν 500 θερμίδες ημερησίως περισσότερο από ό,τι όταν τους δινόταν μη επεξεργασμένα γεύματα.

Τα Αμερικανικά Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας δήλωσαν ότι τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα μπορεί να επηρεάζουν τις ορμόνες της πείνας στον οργανισμό, κάνοντας τους ανθρώπους να συνεχίζουν να τρώνε.

Υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με τον ορισμό των εξαιρετικά επεξεργασμένων τροφίμων, αλλά ο επικεφαλής της έρευνας, Δρ Kevin Hall, δήλωσε ότι είναι σαν την «πορνογραφία – είναι δύσκολο να την ορίσεις, αλλά την αναγνωρίζεις όταν τη βλέπεις».

Τα προειδοποιητικά σημάδια περιλαμβάνουν:

-συστατικά που δεν μπορείτε να προφέρετε

-αναγράφονται περισσότερα από πέντε συστατικά στη συσκευασία

-οτιδήποτε που η γιαγιά σας δεν θα αναγνώριζε ως τρόφιμο

Οι 20 συμμετέχοντες στην έρευνα έζησαν για έναν μήνα στο εργαστήριο, ώστε να ελέγχουν και να παρακολουθούν οι ερευνητές τη διατροφή τους. Για ένα δεκαπενθήμερο τους δόθηκαν πολύ επεξεργασμένα γεύματα και για ένα δεκαπενθήμερο μη επεξεργασμένα. Οι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα να τρώνε όσο ήθελαν.

Κατά τη διάρκεια του διαστήματος που έτρωγαν επεξεργασμένα τρόφιμα, οι εθελοντές έτρωγαν κατά μέσο όρο 508 θερμίδες περισσότερες και πήραν ένα κιλό.

Ο Δρ Hall, από το Εθνικό Ινστιτούτο για τον Διαβήτη δήλωσε: «Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που δείχνει ότι υπάρχει μια αιτιώδης σχέση. Τα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα οδήγησαν σε αύξηση της πρόσληψης θερμίδων και σε αύξηση του σωματικού βάρους και λίπους».

Τo γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο πάντως, είναι αδιευκρίνιστο. Οι συμμετέχοντες ανέφεραν ότι και τα δύο γεύματα (καθόλου και υπερβολικά επεξεργασμένα) ήταν εξίσου νόστιμα, οπότε δεν ευθυνόταν η γεύση για τη μεγαλύτερη κατανάλωση φαγητού. Επίσης, το θρεπτικό περιεχόμενο των δύο διατροφών ήταν προσεκτικά αντίστοιχο, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι συμμετέχοντες λάμβαναν ίδιες ποσότητες σακχάρων, υδατανθράκων, λιπών και ινών.

Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι βιομηχανικά επεξεργασμένες τροφές επηρεάζουν τις ορμόνες που ελέγχουν την επιθυμία για φαγητό, καθώς φάνηκε ότι τα επίπεδα της ορμόνης της πείνας, της γκρελίνης, μειώθηκαν όταν οι συμμετέχοντες ακολουθούσαν διατροφή με μη επεξεργασμένες τροφές.