Τα παιδιά που θηλάζουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα αναπτύσσουν καλύτερες γλωσσικές και γνωστικές δεξιότητες, σύμφωνα με μια νέα μελέτη.

Ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης ανέλυσαν δεδομένα για 7.855 βρέφη που γεννήθηκαν μεταξύ 2000-2002, τα οποία παρακολουθήθηκαν μέχρι την ηλικία των 14 ετών. Διαπίστωσαν ότι όσα είχαν θηλάσει περισσότερο είχαν καλύτερες επιδόσεις σε μια σειρά από τεστ που έγιναν στις ηλικίες των 5, 7, 11 και 14 ετών.

Τα αποτελέσματα δεν επηρεάστηκαν από τις γνωστικές ικανότητες ή την κοινωνικοοικονομική κατάσταση της μητέρας.

Ενώ προηγούμενες μελέτες είχαν εντοπίσει μια σχέση μεταξύ του θηλασμού και της νοημοσύνης των παιδιών, είναι θέμα διαφωνιών αν υπάρχει αιτιώδης σχέση μεταξύ των δύο.

Για τη μελέτη, οι ερευνητές ομαδοποίησαν τα παιδιά ανάλογα με το χρονικό διάστημα που είχαν θηλάσει ως μωρά – από λιγότερο από δύο μήνες έως περισσότερο από 12 μήνες. Πραγματοποίησαν τεστ που μέτρησαν το λεξιλόγιο, τον λεκτικό συλλογισμό και τις δεξιότητες ανάγνωσης των παιδιών και πόσο καλά μπορούσαν να εκφραστούν. Τα παιδιά αξιολογήθηκαν επίσης ως προς τις δεξιότητες επίλυσης χωρικών προβλημάτων.

Όσα θήλασαν για 12 μήνες ή περισσότερο σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία σε όλα τα τεστ έως την ηλικία των 14 ετών. Οι συγγραφείς της μελέτης είπαν ότι οι διαφορές στις βαθμολογίες των τεστ μεταξύ των ομάδων ήταν «μικρές για ένα μεμονωμένο παιδί, αλλά θα μπορούσαν να είναι σημαντικές σε επίπεδο πληθυσμού».

«Υπάρχει κάποια συζήτηση σχετικά με το εάν ο θηλασμός ενός μωρού για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα βελτιώνει τη γνωστική του ανάπτυξη. Στη Μεγάλη Βρετανία, οι γυναίκες που έχουν περισσότερα εκπαιδευτικά εφόδια και είναι πιο εύρωστες οικονομικά τείνουν να θηλάζουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα», σχολίασαν οι συγγραφείς: «Επιπλέον, αυτή η ομάδα τείνει να έχει υψηλότερη βαθμολογία στα γνωστικά τεστ. Αυτές οι διαφορές θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί τα μωρά που θηλάζουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τα καταφέρνουν καλύτερα στις γνωστικές αξιολογήσεις».

«Ωστόσο, στη μελέτη μας, διαπιστώσαμε ότι ακόμη και αφού λάβαμε υπόψη αυτές τις διαφορές, τα παιδιά που θήλασαν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία σε γνωστικά τεστ έως την ηλικία των 14 ετών, σε σύγκριση με τα παιδιά που δεν θήλασαν καθόλου».

Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η Μεγάλη Βρετανία έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά θηλασμού στον κόσμο, παρότι το ΕΣΥ της χώρας συνιστά τα μωρά να τρέφονται αποκλειστικά με μητρικό γάλα για τους πρώτους έξι μήνες της ζωής τους.