Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι η μοναξιά μπορεί να αποτελέσει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία, ακόμη και να αυξήσει τις πιθανότητες πρόωρου θανάτου, αλλά έως τώρα δεν ήταν σαφής ο λόγος που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τώρα, οι ερευνητές ανακάλυψαν έναν συγκεκριμένο τρόπο που η μοναξιά μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας: είναι ικανή να προκαλέσει κυτταρικές αλλαγές οι οποίες μειώνουν την ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμήσει ιογενείς λοιμώξεις.

Στην έρευνα συμμετείχαν 141 ηλικιωμένοι, στους οποίους οι ερευνητές εξέτασαν τη σχέση μεταξύ μοναξιάς και μοτίβων έκφρασης των γονιδίων στα λευκά αιμοσφαίρια, τα οποία εμπλέκονται στην προστασία του οργανισμού από ιούς και βακτήρια. Μεταξύ των ατόμων που συμμετείχαν στη μελέτη, οι 36 είχαν κατηγοριοποιηθεί ως χρόνια μοναχικοί.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι στους χρόνια μοναχικούς ανθρώπους, τα κύτταρα έδειξαν σημάδια αυξημένης έκφρασης των γονιδίων που εμπλέκονται στην καταπολέμηση φλεγμονών και βακτηριακών λοιμώξεων, σε σύγκριση με τα κύτταρα των υπολοίπων. Όμως τα κύτταρά τους είχαν χαμηλότερο επίπεδο έκφρασης των γονιδίων που εμπλέκονται στην καταπολέμηση μολύνσεων από ιούς.

Αυτό το μοτίβο της γονιδιακής έκφρασης «αλλάζει το σώμα και το κάνει να αντιδρά γρηγορότερα σε μια φλεγμονή», δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης John Cacioppo, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Ωστόσο, το κόστος αυτής της ικανότητας είναι η μεγαλύτερη αδυναμία αντιμετώπισης ιογενών λοιμώξεων.

Με άλλα λόγια, οι μοναχικοί άνθρωποι, έχουν μικρότερη προστασία από ιούς και μεγαλύτερη από βακτήρια.

Επιπλέον, τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η μοναξιά και αυτό το μοτίβο γονιδιακής έκφρασης επηρεάζουν το ένα το άλλο σε βάθος χρόνου: Οι άνθρωποι που ήταν χρόνια μοναχική κατά την έναρξη της μελέτης ήταν πιθανό να εξακολουθούν να έχουν αυτό το μοτίβο της γονιδιακής έκφρασης έναν χρόνο αργότερα και τα άτομα με αυτό το μοτίβο της γονιδιακής έκφρασης κατά την έναρξη της μελέτης ήταν ακόμη μόνα τους ένα χρόνο αργότερα.

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι σκοπεύουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους για το πώς η μοναξιά μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα υγείας και για το πώς αυτές οι επιπτώσεις θα μπορούσαν να προληφθούν σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PNAS.